ανεμίδι

ανεμίδι
Ελαφρός άνεμος· έτσι ονομάζεται επίσης και η ανέμη (βλ. λ.). (Βοτ.) Α. λέγεται το περίβλημα των κόκκων του σιταριού και των οσπρίων, που παρασύρονται από τον άνεμο κατά το λίχνισμα. Τα α. περιέχουν θρεπτικές ουσίες ανώτερες από εκείνες του άχυρου και χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές. Επειδή όμως σε αυτά μαζεύονται πολλές ακαθαρσίες, όπως χώμα, σκόνη, σπόροι μυκήτων κλπ., πρέπει να καθαρίζονται προτού χρησιμοποιηθούν. Τα καλύτερα α. είναι της βρόμης και του κριθαριού και ακολουθούν εκείνα του σιταριού και της σίκαλης. Μικρότερη θρεπτική αξία έχουν τα α. του πολυγώνου, του τριγωνόσπορου, του σιναπιού και της ελαιοκράμβης. Τα α. είναι μια βοηθητική τροφή των ζώων.
* * *
το
1. μικρή ανέμη
2. συσκευή βοηθητική και συμπληρωματική της ανέμης, που με την περιστροφή τροχού επιτρέπει το ξετύλιγμα του νήματος από την ανέμη και το ξανατύλιγμα σε καλάμια ή μασούρια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ανεμίδι — το ιού, όργανο με το οποίο τυλίγεται το νήμα από την ανέμη στα μασούρια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανέμη — Σύνεργο της λαϊκής κλωστικής. Σε μερικές περιοχές της Ελλάδας λέγεται και ανεμοδούρα. Αποτελείται από έναν ξύλινο στύλο στηριγμένο σε βάθρο και ξύλινα πλαίσια εξαρτημένα με σταυροειδή διάταξη γύρω από αυτόν. Τα πλαίσια αυτά σχηματίζουν ένα είδος… …   Dictionary of Greek

  • ανεμίδα — (I) η 1. η πολύ ψιλή, σχεδόν αδιόρατη βροχή 2. ο φλοιός του σταριού ή οι κούφιες σταφίδες που παρασύρονται από τον άνεμο κατά το λίχνισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανεμίδι < μσν. ανεμίδιον «ελαφρός άνεμος»]. (II) η [ανέμη] 1. η ανέμη 2. χειροκίνητο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”